Ανέβα

Ανέβα ως τις άκρες των ματιών μου,
χόρεψε μέσα στις σκιές τους, στα μυστικά μας πρωινά,
στα όνειρα, στις φωνές τους.
Γίνε μια στάλα από ζωή στις μακρινές αυλές τους.
Αγάπησε κάθε ματιά που κρύβεται στο χθες τους…
και πάρε με μακριά να πάψω να λυπάμαι.
Ανέβα ως την τελευταία ανάσα μου,
κάνε με να υπάρξω. Σε προσευχές, σε αγκαλιές,
σε χνώτα κι αναστεναγμούς
στου έρωτά μας τους σπασμούς επάνω στα σεντόνια.
Σε ρίγη, δυνατούς παλμούς
και πάρε με…
ξανά… να πάψω να θυμάμαι.
Ανέβα ως το τέλος του ουρανού.
Μη φύγεις με ανέμους. Μην φοβηθείς και μη χαθείς ανάμεσα σε ξένους.
Μείνε εδώ να με κρατάς με τους λυγμούς χαμένους.
Στην αγκαλιά σου να αφεθώ μακριά από στοιχειωμένους κανόνες
και περιορισμούς από φτωχούς φτιαγμένους…
και πάρε από τη μνήμη μου όλα όσα πονάνε.
Ανέβα απ’ το τέρμα μου ως το βάθος της ψυχής.
Να ανασκευάσεις σκέψεις μου, κι αισθήματα, κι ελπίδες.
Να ξεχαστούμε αγκαλιά σε άγνωστες πατρίδες.
Να απελευθερώσουμε ότι ως τώρα είδες.
Νά’ σαι εσύ οι λέξεις μου…
σημάδια και πυξίδες.
Και πάρε εσύ τα μάτια μου…
Ότι κοιτάζεις να ’μαι.

Ναταλία Παπαϊωάννου